Η σημασία της διδασκαλίας των ΒΑΣΙΚΩΝ ΔΕΞΙΟΤΗΤΩΝ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ για μια καλύτερη συμπεριφορά

«Μα πώς μπορώ να περιμένω, να ζητήσω διάλειμμα, βοήθεια, να ανεχτώ το «όχι» σας ...και ... και...;;»

Αρκετές φορές οι άνθρωποι που ανήκουν στο φάσμα των Διαταραχών του Φάσματος του Αυτισμού (ΔΑΦ) εκπαιδεύονται ή έχουν εκπαιδευτεί σχολαστικά σε επικοινωνιακές δεξιότητες που αφορούν στην έκφραση αιτήματος για την κάλυψη βασικών αναγκών, επιθυμιών ή για τη βελτίωση του γνωστικού τους επιπέδου. Στην πράξη όμως συχνά βλέπουμε πως οι επικοινωνιακές τους δεξιότητες δεν είναι αρκετές για να έχουμε στο μέλλον έναν όσο το δυνατόν περισσότερο αυτόνομο ενήλικα, αλλά υπάρχουν και άλλες επικοινωνιακές δεξιότητες που είναι εξίσου σημαντικό να διδαχθούν και είναι γνωστές ως «βασικές δεξιότητες επικοινωνίας».

Στον παρόν άρθρο θα επικεντρωθούμε στις βασικές δεξιότητες επικοινωνίας στα άτομα που δεν έχουν αναπτύξει τη λεκτική επικοινωνία ή δεν την χρησιμοποιούν επαρκώς λειτουργικά.

Ένα «αγκάθι» που αρκετοί γονείς κουβαλάνε είναι οι ανεπιθύμητες συμπεριφορές που παρουσιάζουν τα παιδιά τους, ακόμα και όταν βρίσκονται σε κάποιο πρόγραμμα εκπαίδευσης. Κατά τη διάρκεια της αξιολόγησης των παιδιών τους, συχνά παρατηρούμε πως υπολείπονται σε σημαντικές δεξιότητες επικοινωνίας, όπως να ξέρει να ζητάει βοήθεια όταν έχει ανάγκη. Η έλλειψη αυτών των δεξιοτήτων είναι που συνδέεται άμεσα με την εκδήλωση προβληματικών συμπεριφορών καθώς παρατηρούμε πως όταν αρχίζει η εκπαίδευσή τους οι ανεπιθύμητες συμπεριφορές είτε εξαλείφονται είτε μειώνονται σημαντικά.

Οι βασικές δεξιότητες επικοινωνίας μπορούν να διδαχθούν παράλληλα μέσα στο υπάρχον εκπαιδευτικό πρόγραμμα του μαθητή μας, που μπορεί να περιλαμβάνει λογοθεραπεία, εργοθεραπεία, αισθητηριακή ολοκλήρωση, μαθησιακή παρέμβαση, συμπεριφοριστική παρέμβαση σε προβληματικές συμπεριφορές.


Ποιες είναι οι επικοινωνιακές δεξιότητες;

1.Αίτημα για «βοήθεια»
Ο άνθρωπος μέσα στην καθημερινότητά του συχνά βιώνει την ανάγκη να βοηθηθεί από κάποιον τρίτο. Σε ένα παιδί η ανάγκη αυτή ξεκινάει είτε προκειμένου να αποκτήσει κάποιο αντικείμενο είτε για να ολοκληρώσει μια δραστηριότητα. Τα παιδιά με τυπική ανάπτυξη εντοπίζουν με μεγαλύτερη άνεση πότε χρειάζονται βοήθεια και μέσα από το φυσικό τους περιβάλλον μαθαίνουν να τη ζητάνε με κοινωνικά αποδεκτούς τρόπους.

Τα άτομα στο φάσμα του αυτισμού βιώνουν την ανάγκη όπως και εμείς, αλλά δεν ταυτίζουν αυτή τους την ανάγκη με την ύπαρξη της βοήθειας, συνεπώς τείνουν να εκδηλώνουν μια προβληματική συμπεριφορά έναντι μιας επιθυμητής. Δεν είναι λίγες οι φορές που παρατηρούμε παιδιά να αυτοτραυματίζονται, να κλαίνε, να φωνάζουν ή ακόμα και να χτυπούν τον ενήλικα, όταν δυσκολεύονται με κάποιο αντικείμενο ή με κάποια κατάσταση. Αυτό συμβαίνει γιατί δεν έχουν μάθει να ζητούν βοήθεια ή δεν ξέρουν τον τρόπο να το κάνουν, και ως εκπαιδευτές οφείλουμε να τους διδάξουμε αυτή τη δεξιότητα.


2.Απάντηση με «όχι» - «ναι» σε ερώτηση «Θέλεις.....;»
Δεν είναι λίγες οι φορές που βλέπουμε άτομα με ικανοποιητικές δεξιότητες στην επικοινωνία (όπως το να εκφράζουν μέσα από μία πρόταση ένα αίτημά τους) μέσω ομιλίας ή ενός συστήματος εναλλακτικής επικοινωνίας (όπως είναι το PECS ή η Μάκατον) και παρόλα αυτά να μην μπορούν να ανταποκριθούν σωστά με «ναι» και «όχι» σε απλά ερωτήματα που τους θέτουμε. Επίσης παρατηρούμε πως τα περισσότερα προβλήματα συμπεριφοράς συνδέονται με το «όχι», καθώς δεν έχουν μάθει έναν άμεσο τρόπο για να μας πουν πως δεν θέλουν κάτι που τους προσφέρουμε εκείνη τη στιγμή.

Υπάρχουν δύο συνέπειες που μπορούν να ακολουθήσουν μια απάντηση με «ναι» ή «όχι». Όταν η ερώτηση είναι του τύπου «Είναι αυτό ένα _______;», η απάντηση του παιδιού θα λάβει ή δεν θα λάβει κοινωνική ενίσχυση. Όταν η ερώτηση είναι του τύπου «Θέλεις_______;» η συνέπεια είναι η πρωτογενής ενίσχυση, επειδή το παιδί είτε θα πάρει αυτό που θέλει είτε θα αποφύγει κάτι. Είναι σημαντικό να ξεκινάμε με ερωτήσεις που έχουν ως συνέπεια την πρωτογενή ενίσχυση, μια και τα άτομα που βρίσκονται στο φάσμα του αυτισμού ενδιαφέρονται περισσότερο για την αποφυγή ή την απόκτηση μιας κατάστασης-ενισχυτή παρά για την κοινωνική ενίσχυση.


3.Αίτημα για «διάλειμμα» (είναι διαφορετικό από το time out)
Ως ενήλικες εργαζόμενοι έχουμε σκεφθεί ποτέ κάθε πότε κάνουμε ένα επίσημο ή ανεπίσημο διάλειμμα από την εργασία μας; Έχουμε σκεφθεί ποτέ πόσες φορές το μυαλό μας «ταξιδεύει» μακριά από αυτό που κάνουμε για μερικά δευτερόλεπτα ή και λεπτά; Συνήθως επίσημο ή ανεπίσημο διάλειμμα κάνουμε κάθε 2-2½ ώρες, ενώ το μυαλό μας μπορεί και να αποσπαστεί από αυτό που κάνει και πολύ συχνότερα. Έχουμε σκεφθεί ποτέ τι κάνουμε όταν θέλουμε ένα διάλειμμα από τη δουλειά μας και πραγματικά δεν μπορούμε να το έχουμε; Δεν αρχίζουμε να εκνευριζόμαστε και να μην μπορούμε να συγκεντρωθούμε στην εργασία μας;

Ας σκεφθούμε τώρα λίγο ως ενήλικες γονείς ή εκπαιδευτές, τους μαθητές μας αντίστοιχα. Αυτό που έχουμε παρατηρήσει πως συμβαίνει αρκετά συχνά, είναι να ζητάμε ή ακόμα και να απαιτούμε από τα παιδιά να «δουλεύουν» για περισσότερη ώρα απ\' όση μπορούν. Αυτή μας η στάση έχει ως συνέπεια να εμφανίζονται συχνά προβληματικές συμπεριφορές μόνο και μόνο γιατί το παιδί χρειάζεται ένα διάλειμμα.

Υπάρχουν διάφορες καταστάσεις που μπορούν να κάνουν κάποιον να θέλει διάλειμμα. Αν το μάθημα είναι βαρετό, εάν η δραστηριότητα είναι δύσκολη, αν οι απαιτήσεις είναι πάνω από τις ικανότητές του και αν δεν παίρνει συχνά ενίσχυση.

Ο στόχος μας είναι να ζητήσει το παιδί αυθόρμητα ένα διάλειμμα όταν το χρειάζεται, χωρίς να εμφανίσει κάποια προβληματική συμπεριφορά, να πάει στο χώρο του διαλείμματος για το προκαθορισμένο χρονικό διάστημα και να επιστρέψει στη δραστηριότητα μετά τη λήξη του διαλείμματος. Είναι σημαντικό να έχουμε όλοι κατά νου ότι το παιδί μετά το διάλειμμα επιστρέφει στη δραστηριότητα, το ίδιο κάνουμε όλοι με τη λήξη του διαλείμματός μας από την εργασία μας.


4.Ανταπόκριση στην εντολή «περιμένω»
Το να αναμένει κανείς δεν είναι μια εκ γενετής δεξιότητα. Είναι κάτι που μαθαίνουμε μέσα στην καθημερινότητά μας. Πόσες φορές δε χρειάστηκε να περιμένουμε στο γιατρό, στο ταχυδρομείο ή στην τράπεζα και αν μπορούσαμε θα βάζαμε τις φωνές να τελειώνει ο άλλος διότι κουραστήκαμε να περιμένουμε; Όλοι οι άνθρωποι κατά καιρούς δυσκολευόμαστε με την αναμονή, ιδιαίτερα όταν έχουμε ή θέλουμε να κάνουμε και άλλα πράγματα.

Δεν είναι λίγες οι φορές που έχουμε δει παιδιά να κάνουν κάποια έκρηξη θυμού επειδή τους ζητήθηκε να περιμένουν για κάποιο χρονικό διάστημα, το οποίο πολύ πιθανό να μην το γνώριζαν. Από αναφορές γονέων παρατηρούμε πως ίσως η διδασκαλία της ανοχής στην αναμονή είναι από τις πιο σημαντικές δεξιότητες για τους γονείς των μαθητών μας. Όταν θέλουμε να διδάξουμε την έννοια «περίμενε» πρέπει να έχουμε υπό τον έλεγχό μας δύο παραμέτρους: α) το χρόνο που θα χρειαστεί το άτομο να περιμένει και β) την πρόσβαση στους ενισχυτές. Εξοπλιζόμαστε με θάρρος και αυτοπεποίθηση και ξεκινάμε!


5.Ακολουθία λειτουργικών εντολών (οπτικών και λεκτικών)
Γονείς και εκπαιδευτικοί, αρκετές φορές δίνουμε λεκτικές εντολές στους μαθητές μας καθώς είναι ο ιδανικότερος τρόπος επικοινωνίας αλλά και γιατί είναι άμεσος και «ευκολοφόρετος» τρόπος. Όμως όταν μιλάμε για ένα άτομο με επικοινωνιακές δυσκολίες, δυστυχώς η λεκτική εντολή χρειάζεται να διδαχθεί καθώς δεν είναι αυτονόητα κατανοητή. Για παράδειγμα, η μαμά μπορεί να πει στην κόρη της να βάλει ένα ποτήρι στη θέση του ή να της φέρει ένα ποτήρι με νερό. Η συνέπεια που θα πάρει το παιδί από την εκτέλεσε τέτοιων εντολών θα είναι κοινωνική, π.χ. ένα ευχαριστώ. Όσο λειτουργικές και αν είναι αυτές οι εντολές και ευκολότερες στη χρήση από τους ενήλικες, πολλοί γονείς μάς λένε πως το παιδί τους δεν ανταποκρίνεται σε αυτές.

Σε αυτό το σημείο πρέπει να λάβουμε υπ\' όψιν κατά πόσο το παιδί με αναπτυξιακή διαταραχή κατανοεί την εντολή και κατά πόσο έχει κίνητρο για να την εκτελέσει. Αρχικά, όταν ζητάμε από τα παιδιά να εκτελέσουν μια εντολή, είναι σημαντικό να εξασφαλίσουμε να ακολουθήσει μια ενισχυτική συνέπεια για το παιδί. Για παράδειγμα λέμε στο παιδί να καθίσει στο τραπέζι γιατί είναι η ώρα του φαγητού (και του αρέσει το φαγητό που υπάρχει!), ή του λέμε να φορέσει τα παπούτσια του (γιατί θα πάει βόλτα!).

Οι περισσότεροι άνθρωποι χρησιμοποιούν διάφορες διόδους για να επικοινωνήσουν τα μηνύματά τους, ανάλογα με το τι είναι ευκολότερο για το συνομιλητή και αποδεκτό στην κοινότητα που βρίσκονται. Κάτι ανάλογο συμβαίνει και με τα άτομα που βρίσκονται στο φάσμα του αυτισμού, είναι σημαντικό να τους διδάξουμε να ανταποκρίνονται σε λεκτικές, οπτικές ή γραπτές εντολές.

Για να καταλάβουμε την σημαντικότητα των οπτικών εντολών, ας σκεφθούμε λίγο πόσο συχνά χρειάζεται να ανταποκριθούμε σε οπτικά ερεθίσματα-εντολές στην καθημερινή μας ζωή. Οι οδηγοί πρέπει να γνωρίζουν και να ανταποκρίνονται στα σήματα του κώδικα οδικής κυκλοφορίας, στα super market υπάρχουν οπτικά σύμβολα που δείχνουν το διάδρομο που βρίσκονται τα αγαθά, στα αεροδρόμια και αλλού. Οπτικές απεικονίσεις για να μας βοηθήσουν υπάρχουν σχεδόν παντού.


6.Μετάβαση μεταξύ των δραστριοτήτων
Δεν είναι λίγες οι φορές που παρουσιάζονται προβληματικές συμπεριφορές επειδή ζητείται από το παιδί να σταματήσει τη δραστηριότητα που έκανε και να μεταβεί στην επόμενη. Οι συμπεριφορές που συνήθως εμφανίζονται είναι το κλάμα, το παιδί μπορεί να ξαπλώνει στο πάτωμα, ακόμα και να κλωτσά τον ενήλικα. Αυτό που συνήθως συμβαίνει κατά τις μεταβάσεις είναι πως ζητείται από το άτομο να αφήσει μια ευχάριστη δραστηριότητα και να ξεκινήσει μιαν άλλη, στην οποία δε γνωρίζει τι θα κάνει και δε γνωρίζει τι ενισχυτή θα πάρει.


7.Ακολουθία οπτικών προγραμμάτων
Μόλις ο μαθητής μας είναι σε θέση να ακολουθεί τις μονές οπτικές εντολές, τότε εισάγουμε την ακολουθία οπτικού προγράμματος. Προτιμούμε οι εικόνες να είναι σε κάθετη διάταξη, γιατί είναι ευκολότερο έτσι για όλους να «σκανάρουν» τις εικόνες (σκεφτείτε την λίστα που ετοιμάζει κανείς για το σούπερ μάρκετ).

Αυτό όμως δεν σημαίνει πως δεν διδάσκουμε την οριζόντια διάταξη σε μαθητές που τους ταιριάζει καλύτερα. Οι μαθητές μας θα πρέπει να μάθουν να χρησιμοποιούν το οπτικό πρόγραμμα αυτόνομα, ο στόχος είναι να μάθουν να κινούνται αυτόνομα και λειτουργικά στο χώρο του σχολείου και στο χώρο του σπιτιού όσο και στην κοινότητα. Τα συνήθη λάθη στα οπτικά προγράμματα είναι η χρήση των προγραμμάτων για δική μας επικοινωνία με τον μαθητή - ενώ στην πραγματικότητα πρέπει να λειτουργεί σαν ένα σύστημα οργάνωσης της ίδιας της σκέψης του μαθητή ώστε η καθημερινότητά του να είναι πιο προβλέψιμη για τον ίδιο παρά για εμάς.

Γι\'αυτό τον λόγο πολλές φορές δίνουμε στον μαθητή όχι μόνο την ικανότητα για αυτόνομη διαχείριση του προγράμματος, αλλά και δυνατότητα επιλογών μέσα στο ίδιο το πρόγραμμά του.

Η κάθετη διάταξη των εικόνων είναι ένας τρόπος οργάνωσης του οπτικού προγράμματος, κυρίως εφαρμόζουμε αυτό τον τρόπο στα παιδιά προσχολικής ή και σχολικής ηλικίας. Στους έφηβους και ενήλικες προτιμούμε τη χρήση μιας ατζέντας, την οποία μαθαίνουν να χρησιμοποιούν αυτόνομα με τον ίδιο τρόπο. Είναι σημαντικό να έχουμε κατά νου πως όποιο οπτικό πρόγραμμα και αν χρησιμοποιήσουμε με το μαθητή, θα πρέπει να είναι λειτουργικό και ανάλογο της ηλικίας του.

Μέσω του οπτικού προγράμματος εκπαιδεύουμε τα άτομα να επιλέγουν ποια δραστηριότητα επιθυμούν να κάνουν και επίσης τους διδάσκουμε πως στην καθημερινή μας ζωή υπάρχουν και εκπλήξεις-ανατροπές.

Η εκπαίδευση της έκπληξης, της αλλαγής στο πρόγραμμα της ημέρας είναι σημαντική. Τα άτομα που βρίσκονται στο φάσμα του αυτισμού μαθαίνουν να λειτουργούν σε συγκεκριμένη ρουτίνα και όταν προκύπτει μια απρόοπτη αλλαγή στο πρόγραμμά τους συχνά παρουσιάζονται και ανεπιθύμητες συμπεριφορές.

Γι\' αυτό το λόγο μπορούμε στο οπτικό πρόγραμμα να τοποθετήσουμε την εικόνα της έκπληξης, η οποία δηλώνει πως σε αυτό το σημείο υπάρχει κάποια αλλαγή στη ρουτίνα. Στην αρχή οι αλλαγές είναι ευχάριστες, ύστερα ουδέτερες και τέλος εισάγουμε και αρνητικές.

Δεν είναι λίγες οι φορές που γονείς και εκπαιδευτές βιώνουν πως είναι δύσκολο να εκπαιδεύσουν τα άτομα με αυτισμό σε αυτές τις δεξιότητες. Υπάρχουν εξίσου και φορές που βιώνουμε πως αυτές οι δεξιότητες δεν είναι αλληλένδετες με τις προβληματικές συμπεριφορές του μαθητή μας, αλλά με τη διαταραχή τους, τον αυτισμό.

Η πραγματικότητα είναι πως όταν το άτομο έχει εκπαιδευτεί ή εκπαιδεύεται σε αυτές τις δεξιότητες, η ποιότητα ζωής του ίδιου και της οικογένειάς του είναι πολύ καλύτερη. Και αυτό τι μας μαθαίνει;

Πως για άλλη μια φορά όλα είναι θέμα διδασκαλίας και προτεραιότητας στόχων!!!!

Ευτυχία Αραμπίσογλου
Λογοθεραπεύτρια, Pyramid Consultants